Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Η διπλή ρίζα της δημόσιας χλεύης

 Τζιανλορέντσο Μπερνίνι, ο Νείλος (αποσπασματική μορφή από το Συντριβάνι των Τεσσάρων Ποταμών της πλατείας Ναβόνα, Ρώμη, 1651)

Από το ιστολόγιο, αντιστροφή προοπτικής


Λίγες ημέρες πριν διάβασα στην Καθημερινή πως το φαινόμενο που συνηθίζουμε να ονομάζουμε ενδοσχολική βία, και που στην πράξη σημαίνει: παιδικές συμμορίες που επιτίθενται σαν αγέλες λύκων· εκβιαστές που απειλούν με δημόσιο εξευτελισμό τους συμμαθητές τους, έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια. Ένα κοριτσάκι της τρίτης δημοτικού εξομολογήθηκε στην ερευνήτρια πως καθημερινά εύχεται να πεθάνει αλλά δεν βρίσκει το θάρρος να το τολμήσει. Η κοπέλα είχε απλώς λίγα περισσότερα κιλά αλλά ο φανταστικός ιδεολογικός παροξυσμός της κανονικότητας την εξωθούσε στο πυρ το εξώτερο της δημόσιας χλεύης. Το παιδάκι στα Γιάννενα –κατά πάσα πιθανότητα– εξωθήθηκε στον θάνατο από μια γνωστή (άγνωστη) συμμορία νταήδων· τους επίσημους πρεσβευτές της «κανονικότητας», τους πραγματικούς πρεσβευτές του Ναζισμού.

Υπάρχει εδώ μια υπόγεια σύγκρουση δύο μορφών ιεραρχίας, όπως μας αποκάλυψε ο Αντόρνο. Η ψυχρή θεσμική ιεραρχία του Νόμου, της αστικής λάμψης και του κοσμοπολιτισμού, κόντρα στη μικροπαρανοϊκή ιδεολογία της δύναμης, στην ημιμορφωμένη και μνησίκακη καθαρότητα της εθνικής ιδιαιτερότητας. Η άρρωστη κοινωνία των ενηλίκων αυτουργών, φοβούμενη τις συνέπειες μιας τελικής αναμέτρησης, μεταθέτει τη βία στο σχολείο μέσα από την καθημερινή ιδεολογική πλύση εγκεφάλου στα τέκνα της· κλώνοι γονέων. Στο προαύλιο λοιπόν λύνουν τις διαφορές τους οι δήθεν αντιτιθέμενες κοινωνικές δυνάμεις. Η επίσημη ιεραρχία της διανόησης, που θεμελιώνεται μέσω της επίδοσης και των σχολικών αξιολογήσεων και της αστικής αξιοκρατίας (sic) συγκρούεται με τη λανθάνουσα ιεραρχία του προαυλίου, βασισμένη διαχρονικά στην εθνικοσοσιαλιστική ρητορεία του “αντιδιανοουμενισμού”, που στόχο είχε –και έχει– την άρση κάθε ελευθερίας της εκπαίδευσης – και κατ' επέκταση της κοινωνίας. Τα συνθήματα των παιδιών που “επιλέγουν” την ταύτιση θανάτου με τη ΧΑ στρέφονται ενάντια στην εκφυλισμένη αυθεντία των καθηγητών τους, που τους διδάσκουν τις “νοσηρές” ιδέες του κοσμοπολιτισμού και του εθνοσυγκριτισμού. Οι γροθιές τους, όμως, χτυπούν όσους από τους συμμαθητές τους θεωρούν αδύναμους: αλλοδαπούς, ομοφυλόφιλους, λιγάκι παχουλούς.

Κανένας μας δεν πρέπει να έχει αυταπάτες –πολύ δε περισσότερο, να γοητεύεται– από τη μία ή την άλλη μορφή ιεραρχίας. Ο μανιασμένος αγώνας επικράτησης που διεξάγουν είναι επίπλαστος. Κοινός τους στόχος ήταν, και είναι πάντα, η ανθρώπινη ελευθερία, για αυτό και πολεμούν αιματηρά εκεί που η διανοητική διαμόρφωση έχει ακόμα ελπίδες να αναπνεύσει. Μόνο η ταυτόχρονη κατάργηση και των δύο μορφών ιεραρχίας, προς μια παιδεία προσανατολισμένη όχι στην αυθεντία, στην επίδοση, στον καταναγκασμό και στην τιμωρία, αλλά στον κριτικό αναστοχασμό, μια διαδικασία δηλαδή καθαρά αντιιεραρχική (αντικρατική), μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα στον φασισμό.

Σήμερα μάζεψα όσα παιδιά έρχονται στο μάθημα και τα ρώτησα τη γνώμη τους. Νιώθω πως το φαινόμενο είναι σοβαρότερο από όλες τις βαρουφάκιες σαχλαμάρες περί οικονομίας που ακούμε καθημερινά. Ριζωμένο στη βαθιά παθολογία της κρατικοκαπιταλιστικής φενάκης, στη φασιστική ιδεολογία της δύναμης. Δεν είναι δίπολο αλλά διαλεκτικό συμπλήρωμα. Αν δεν αντιστρατεύσουμε τις δυνάμεις μας ενάντια και στους δυο κινδυνεύουμε να θάψουμε οριστικά κάθε ψήγμα κοινωνίας (δηλαδή οργανικής αλληλεγγύης και αξιοπρέπειας) ανάμεσα στην Σκύλλα και την Χάρυβδη: τον αγοραίο ανταγωνισμό και τη φυσική εξόντωση. 

Η επικράτηση του ικανότερου / ισχυρότερου / πιο δυνατού, είναι ο κοινός νόμος φασισμού και αγοράς – με το κράτος μόνιμο εγγυητή της αξιοκρατικής συνέχειάς τους. Δεν γινόμαστε, λοιπόν, μάρτυρες καμίας εξαίρεσης αλλά του κανόνα: Όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό, καλύτερα είναι να σωπαίνει για τον φασισμό. (Χορκχαϊμερ)