Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Για την επικαιρότητα των καταστασιακών αιτημάτων

Giuseppe Pinot-Gallizio, Piero Simondo, Elena Verrone, Michèle Bernstein, Guy Debord, Asger Jorn, Walter Olmo

          Η πολυαγαπημένη και ιδεατή τέχνη των Ρομαντικών, αυτήν που εκτιμούσαν περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ακόμα κι΄ από την ποίηση ήταν η μουσική. Προφανώς γιατί εμπεριέχει την εγγενή δυνατότητα που έχει και το κρασί ήτοι να ευφραίνει την καρδιά. Η μουσική είναι μια διαρκής υπόμνηση της γιορτής θα συμπλήρωνα ταπεινά κι’ εγώ από την μεριά μου. Και η γιορτή ήταν πάγιο αίτημα των Καταστασιακών ως θεμελιακή προϋπόθεση για την υπέρβαση της άθλιας εμπορευματικής κοινωνίας. Είναι ολοφάνερο σε ολόκληρο το επαναστατικό πρόγραμμα(1) που εκπόνησαν με βάση τις εμπειρίες (που προέρχονταν από τους συνεχείς πειραματισμούς της περιπλάνησης, της ψυχογεωγραφίας, της κατασκευής των καταστάσεων) και τις θέσεις τους ενάντια στον κυρίαρχο τρόπο της αυτιστικής κοινωνικής αναπαραγωγής και στο οποίο αποκάλυπταν την ανελέητη υποβάθμιση που έχει υποστεί η καθημερινή ζωή με τον αμείλικτο αυτό-περιορισμό της στο τεχνηέντως επινοημένο από την λανθάνουσα εργασιακή ηθική κυνήγι της επιβίωσης που έχει μοναδικό ιερό και όσιο την ασταμάτητη παραγωγή εμπορευματικής αξίας. Αυτού του είδους το «κυνήγι» σαφώς υποτιμούσε βάναυσα τις έννοιες του παιχνιδιού και της περιέργειας (με την εξερευνητική της διάσταση) οι οποίες είναι σύμφυτες στην ανθρώπινη φύση. Για τους καταστασιακούς από την στιγμή που η τεχνολογία μας λύνει τα χέρια κάνοντας την εργασία αποτελεσματικότερη και πιο εύκολη η καθημερινή ζωή θα έπρέπε να έχει αποκτήσει εορταστικό προσανατολισμό και όχι να κατευθύνεται μονοσήμαντα στην ακατάπαυστη εκμετάλλευση της εργασιακής δύναμης για εμπορευματική παραγωγή. Οτιδήποτε στέκεται αντίθετο στην διευκόλυνση αυτής της απαλλαγής απλώς επιτείνει την υπαρξιακή και κοινωνική αλλοτρίωση.(2)
         Ούτε λόγος να γίνεται βέβαια για ατόφια έκφραση της γιορτής μέσα στα δεσμά της εμπορευματικής κοινωνίας στις απαράδεκτες συνθήκες του 21ου αιώνα. Η χείριστη των περιπτώσεων αναδεικνύει την θλιβερή διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, όντας απογυμνωμένη από τον αληθινό σκοπό του αθλητισμού, όπου όλα εξελίσσονται με το αζημίωτο βέβαια, βάσει εμπορικών συμφωνιών μέσα σε δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και με το ασήκωτο ψυχολογικό βάρος μιας πολεμόχαρης ατμόσφαιρας για την προστασία αθλητών και θεατών. Όπως επίσης, (μιας και ανοίξαμε το άρθρο με την μουσική) κανείς που έχει ενσυνείδητα αντιληφθεί την ιδέα της γιορτής δεν μπορεί να υποθέσει για παράδειγμα ότι το ανερμάτιστο κοινό της οποιαδήποτε Λέιντυ Γκάγκα γιορτάζει αδιαμεσολάβητα στις «ταπεινές» συναυλίες της και δεν πιθηκίζει έναντι αντιτίμου τα κυρίαρχα εμπορευματικά και κοινωνικά στερεότυπα που του έχουν ιδεολογικά επιβληθεί.
    Κι όμως στην αδιασάλευτη ισοπέδωση κάθε δημιουργικής ουσίας που προκαλεί η παραγωγή αγοραίας αξίας γεννήθηκε ένα αντίρροπο ρεύμα. Αυτό της ανεξάρτητης καλλιτεχνικής δραστηριότητας που μπορεί να μην στέκεται ικανό από μόνο του ώστε να ανατρέψει την εμπορευματική κοινωνία, ωστόσο τουλάχιστον οριοθετεί αυτή την δραστηριότητα στο να αναπτύσσεται με πρωταρχικό γνώμονα την δημιουργία αντί της αξίας και ίσως να γεννάει νέα επιχειρήματα σε θεωρητική βάση ενάντια στην φετιχιστική εμπορευματική ηθική. Το παράδειγμα αμφότερων των ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιρειών και των κινηματογραφικών παραγωγών όπου ορισμένοι άνθρωποι ορμώμενοι και μόνο από το πάθος που τους διακατέχει για την μουσική και τον κινηματογράφο γυρίζουν την πλάτη τους στις οικονομικές επιταγές του όποιου κέρδους και της όποιας κατανάλωσης είναι χαρακτηριστικό. Όμως αυτό συμβαίνει σε μια ελάχιστα αυτόνομη έκταση μέσα στον κατ' εξοχήν χώρο του θεάματος όπως είναι η μουσική και η κινηματογραφική βιομηχανία επιβεβαιώνοντας μεν σε ένα μικρό ποσοστό το αίτημα Λετριστών και Καταστασιακών για την ανάγκη για αδιαμεσολάβητη κι’ ως εκ τούτου αληθινή δημιουργία (όχι μόνο καλλιτεχνική) η οποία δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ανθρώπινη ύπαρξη. Ωστόσο δε τα δύο αυτά επαναστατικά ρεύματα έθεταν ως στόχο την ανατροπή της εμπορευματικής κοινωνίας για να καταστεί δυνατή η πραγμάτωση της τέχνης και να λάβει η ανθρώπινη δημιουργία το υπαρξιακό της περιεχόμενο αυτό που είναι διαχωρισμένο δηλαδή μέσα στο καπιταλιστικό καζάνι.
          Η ανεξάρτητη δραστηριότητα όμως όταν δεν προσαρτάται από τις οικονομικές δυνάμεις (3) δεν παύει να είναι μία μικρή περιθωριοποιημένη εξαίρεση του κανόνα, μία ιδιοτροπία στη καλλιτεχνική δράση αποκομμένη ως επί το πλείστον από τους κόλπους της υπόλοιπης κοινωνίας που δεν στέκεται ικανή για να αλλάξει την ανιαρή πραγματικότητα και που στην όποια ανεξαρτησία της η εμπορευματική κοινωνία μάλιστα θεσμοθετεί και νέα εμπόδια.(4) Και η πραγματικότητα συνίσταται στο γεγονός της κυρίαρχης εμπορευματοποιημένης μεταμοντέρνας αισθητικής του μέσου όρου που μπορεί να προήλθε από τις πρωτοπορίες του 20ου αιώνα όμως πάγωσε, όπως και αυτές άλλωστε, στον καπιταλιστικό χωροχρόνο.(5) Μιας αισθητικής ασύμβατης με την αδιαμεσολάβητη καλλιτεχνική δραστηριότητα και διαμεσολαβημένης από την έννοια και την μορφή της χρηματικής αξίας. Εάν η δραστηριότητα των ανθρώπινων τεχνών παρεμβάλλεται από τον παραπάνω διάολο, τότε και το αποτέλεσμα της όπως ιστορικά επιβεβαιώνεται τις περισσότερες φορές, θα είναι για τα μπάζα. Άρα και η οποιαδήποτε πρωτοπορία θα πραγματωθεί με την υπέρβαση του υπάρχοντος καπιταλιστικού θηρίου. Όπως εξάλλου και ο Άνσελμ Γιάππε το θέτει: «η καπιταλιστική κοινωνία δεν είναι η μόνη δυνατή κοινωνία». 



(1) Για το επαναστατικο τους πρόγραμμα δες και τα 12 τεύχη της International Situationist 1957-1972
(2) Την αλλοτρίωση με την έννοια που την εισάγει ο Μαρξ στα "Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα" του 1844. Όμως εδώ θα πρέπει να αναφερθεί κι’ ότι η αλλοτρίωση αποκτά νέα κοινωνική διάσταση στον 21ο αιώνα από την στιγμή που η «αφηρημένη εργασία» αυτοκαταργείται και παράγει ανεξέλεγκτα αμέτρητους ανθρώπους ενός κοινωνικά κατώτερου θεού. Δηλαδή νεοάστεγους, λαθρομετανάστες και γενικώς κοινωνικά αποκλεισμένους από τα μέσα επιβίωσης.
(3) Το παράδειγμα της ΜΙΡΑΜΑΞ ως ανεξάρτητο κινηματογραφικό στούντιο που εξαγοράσθηκε από κινηματογραφικό οικονομικό κολοσσό είναι ενδεικτικό.
(4) Η ACTA έχει σκοπό να εξαφανίσει την ελεύθερη διακίνηση μέσω του διαδικτύου των καλλιτεχνικών έργων (μουσική, κινηματογράφος, λογοτεχνία κ.λπ.) με πρόφαση την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων
(5) Βλέπε το 3ο κεφάλαιο στο «Το Τέλος Της Τέχνης στον Αντόρνο και τον Ντεμπόρ» του Ανσελμ Γιάππε. Εκδόσεις: Ξενοδοχείο των Ξένων, 2007
 

Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Και Ολίγον βLακ Χιούμορ (Το νέο υπουργικό συμβούλιο)


Για το υπουργείο οικονομικών χρειαζόμαστε άψογο εκτιμητή για το ξεπούλημα (Rapanosh). Μην τα δώσουμε όλα κοψοχρονιά. Για το υπουργείο εργασίας ο Βρούτσης στην φωτογραφία έχει το κατάλληλο βλοσυρό ύφος. Οπότε καταλαβαίνεις τι έχουν να τραβήξουν οι μισθοί.
Ο Βρούτσης
Στο υπουργείο Υγείας ο Λυκουρέντζος επιφυλάσσει την κατάλληλη συγκριτική ανάλυση (λόγω κατεύθυνσης πτυχίου) ανάμεσα στα συμφέροντα των φαρμακευτικών και στα συμφέροντα των γιατρών με τα μπαξίσια. Αλίμονο, τόσα χρόνια πελατειακά συμφέροντα αναλύει. Στην εθνική άμυνα ο Παναγιωτόπουλος με παρελθόν παντός επιστητού δημοσιογράφου έχει απόλυτη σχέση με το αντικείμενο. 
Ο Ρουπακιώτης
Στο Δικαιοσύνης ο Ρουπακιώτης είναι ό, τι πρέπει (φαίνεται ξεκάθαρα στη φωτό) για να συνετίζει και να τρομοκρατεί φασίστες. Έχουμε επίσης τα εξαίρετα και σπουδαία δείγματα παιδιών του κομματικού σωλήνα: Σταϊκούρας - Στυλιανίδης – Χατζιδάκης – Δένδιας. 
Ο Τσαυταρής
Στην Αγροτική Ανάπτυξη ο Τσαυταρής είναι έτοιμος να ασελγήσει πάνω στο πτώμα της (δες φώτο). Για τον Καράογλου τα λόγια περιττεύουν τιμημένη μου μεταπολίτευση. Ρε μάγκες, στην μόνη που θα πάω πάσο είναι η Κεφαλογιάννη κι΄ας προέρχεται από σκιώδες πολιτικό τζάκι. Είναι «κομψευόμενο» γκομενάκι με καλλίπυγο κορμάκι και νοθεύει την ασχήμια των αλλονών. Η Μέρκελ τι παραπάνω έχει δηλαδή;

Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Υστερικός Λαϊκισμός


Το κείμενο που ακολουθεί είναι μία μετάφραση επάνω στο πρωτότυπο του Robert Kurz με τίτλο: HYSTERISCHER POPULISMUS (2004) και θεωρώ ότι συνδέεται άρρηκτα με την συνεχή διολίσθηση του νεοελληνικής κοινωνίας μέσα στην λαϊκιστική παράνοια. Όσο αυτή διαρθρώνεται στο πολιτειακό σύστημα που ονομάζεται κοινοβουλευτισμός και στην φιλελεύθερη οικονομική και κοινωνική συνάρθρωση που το αγκαζάρει από γεννησιμιού του τόσο η υποτιθέμενη συνοχή της κοινωνίας θα υπονομεύεται. Θαρρώ ότι το κείμενο του Κουρτσζ είναι εξαιρετικά αφιερωμένο σε όλο το πολιτικό προσωπικό που επανδρώνει τις εξουσίες και στους υπηκόους που απαρτίζουν τις κοινωνικές δομές και που θεωρούν πάντοτε ως υπεύθυνους για τα μόνιμα χάλια τους είτε τους πολιτικούς, είτε τα κόμματα, είτε τους φοροφυγάδες, είτε τους συνδικαλιστές, είτε τους λαθρομετανάστες, είτε τους δημόσιους υπαλλήλους, είτε το τραπεζικό κεφάλαιο, είτε τις οροθετικές πόρνες, είτε τους Τούρκους, είτε τους Εβραίους, είτε τους Ολυμπιακούς, είτε τους Παναθηναϊκούς, είτε τους εξωγήινους, είτε τον Δρακουμέλ, είτε.... είτε... είτε...
Σύνδεσμος Πρωτότυπου: http://www.exit-online.org/link.php?tab=autoren&kat=Robert%20Kurz&ktext=Hysterischer%20Populismus


 
Η σύγχυση της αστικής κοινής γνώμης και το κυνήγι αποδιοπομπαίων τράγων

          Το πιο δημοφιλές επιτραπέζιο παιχνίδι είναι το κυνήγι του αποδιοπομπαίου τράγου. Συνήθως όταν κάτι πηγαίνει στραβά σε μεγάλη κοινωνική κλίμακα, δεν θέτουμε αναγκαία σε αμφισβήτηση το ζήτημα αυτό κάθε αυτό αλλά εστιάζουμε σε συγκεκριμένα πρόσωπα ούτως ώστε να αναλάβουν εκείνα την ευθύνη. Δεν είναι εύθετο ούτε και δυνατό να καταστούν ως αιτίες οι μικτογενείς καταστάσεις, οι καταστρεπτικές κοινωνικές σχέσεις ή οι αντιφατικές δομές αλλά είναι προτιμότερο αυτές να αποδοθούν προσωπικά επάνω σε άτομα που υστερούν είτε σε αποφασιστικότητα, είτε σε ικανότητα ή ακόμα που να διακρίνονται ως κακόβουλα. Απλουστεύοντας είναι πολύ πιο εύκολο να ζητάς τις κεφαλές επί πίνακι απ' το να ανατρέπεις τα ζητήματα όπως υφίστανται και να μετασχηματίζεις την κοινωνική δυναμική.
          Αυτή η αυθόρμητη ροπή, μιας απερίσκεπτης συνείδησης, που εξομαλύνει τα προβλήματα μεταθέτοντας την ευθύνη στα πρόσωπα συμμορφώνεται με την φιλελεύθερη ιδεολογία. Ο φιλελευθερισμός ως αξίωμα εξατομικεύει τα αίτια των κοινωνικών προβλημάτων. Η επικρατούσα τάξη του κοινωνικού συστήματος αναπτύχθηκε με την επισημότητα ενός δόγματος που σύμφωνα με αυτό εξελίχθηκε σε φυσικό νόμο κι' ως εκ τούτου κατέστη απρόσιτη και απαράβατη για οποιαδήποτε κριτική αξιολόγηση. Συνεπώς η αιτιότητα της αρνητικής πρακτικής θα πρέπει να εντοπιστεί στα άτομα καθόσον τοποθετούνται στο πραγματικό πλαίσιο της ύπαρξης. Οι προσωπικές κακουχίες και οι αποτυχίες οφείλονται στην υπαιτιότητα των εκάστοτε συγκεκριμένων ατόμων, που είναι εξατομικευμένα ένοχοι ή φταίχτες ή αποτελούν σύνολα συνενόχων που γεννούν την κοινωνική κρίση και την καταστροφή. Ποτέ μα ποτέ το ίδιο το σύστημα δεν μπορεί να είναι σκάρτο, μάλλον κάποιος άνθρωπος έχει σφάλλει ή ίσως έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα.
          Αυτού του είδους ο (συλ)λογισμός ενώ είναι βαθύτατα ανορθολογικός είναι μία ανακούφιση για την συνείδηση επειδή κανείς δεν χρειάζεται να κοπιάσει ώστε να διαπιστώσει και να επικρίνει της ίδιες της συνθήκες (που επικρατούν) της ύπαρξης του. Ουσιαστικά τα απρόσωπα προβλήματα της κοινωνικής δομής και της ανάπτυξης της συνταυτίζονται με συγκεκριμένα πρόσωπα, κοινωνικές ομάδες κ.λπ. ή μετατοπίζονται επάνω σε αυτά συμβολικά. Στην Παλαιά Διαθήκη της Βίβλου αυτός ο μηχανισμός περιγράφεται ως η πραγματοποίηση του αποδιοπομπαίου τράγου στον οποίο η κοινωνία μεταθέτει συμβολικά όλες τις αμαρτίες της και ύστερα τον καταδιώκει στην έρημο. Αυτή η μέθοδος της επιφανειακής εξατομίκευσης των προβλημάτων και των καταστροφών μπορεί να ακολουθήσει δύο πορείες.
           Στην πρώτη το φταίξιμο επιρρίπτεται σε άτομα ή σύνολα ατόμων ή σε σχετιζόμενα θεσμικά όργανα. Είτε ο απλός λαός και η λαϊκή βάση σχηματισμών θα καταγγείλουν τους επικεφαλείς και τους φορείς τους ως αναρμόδιους και αποτυχημένους είτε οι ένοχοι εάν μπορούν θα αντιστρέψουν τα επιχειρήματα των κατηγόρων και σε αντάλλαγμα θα κατηγορήσουν την λαϊκή βάση για ανεπάρκεια και ανικανότητα ή θα ισχυριστούν ότι η συνοχή της έχει διαρραγεί ούτως ώστε να μπορεί να υπάρξει συνεργασία μεταξύ των μελών της κλπ. Στην μοντέρνα πολιτική αυτός ο μηχανισμός καταμερισμού της ευθύνης στην πραγματικότητα κανοναρχεί την έννοια (το σχέδιο) του τρόπου λειτουργίας του. Ο όχλος εξυβρίζει τους πολιτικούς και οι πολιτικοί καθυβρίζουν το πλήθος. Όπως γίνεται αντιληπτό στον καθένα οποιοδήποτε αντιπολιτευτικό κόμμα δεν αποδίδει ποτέ τα κοινωνικά προβλήματα στο σύστημα Πολιτικής και στην δομή που διέπει την κοινωνική αναπαραγωγή αλλά ισχυρίζεται ότι αυτό οφείλεται στους ανταγωνιστές του που βρίσκονται την δεδομένη στιγμή στο τιμόνι και τη «λάθος» πολιτική τους.
            Η δεύτερη μέθοδος είναι ακόμα πιο παράλογη και επικίνδυνη. Τα κοινωνικά προβλήματα συνήθως προβάλλονται σε ένα ενιαίο ή περισσότερα συγκεκριμένα σύνολα ανθρώπων  που συμβολίζονται ως κάτι «απολύτως Σατανικό»  και συνεπώς λειτουργούν σαν έννοια ενός καθολικού δημόσιου κινδύνου. Οποιαδήποτε ιδεολογία - σύμφωνα και με τη Μαρξιστική ιδεολογία ως τέτοια είναι πάντοτε μια «ψευδής συνείδηση», μια διαστρεβλωμένη εικόνα του κόσμου - θέτει σε λειτουργία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την εξατομικευμένη έννοια του δημόσιου κινδύνου. Ακόμα κι' αν ο φιλελευθερισμός ως σύγχρονος ιδεολογικός πυρήνας είναι συγκριτικά πρακτικός στην αναζήτηση των ενόχων που όμως δεν διστάζει να αντικαταστήσει το ένα «σατανικό» γνώρισμα με κάποιο άλλο σε συνάρτηση με τις επικρατούσες περιστάσεις (π.χ. οι  «παράλογες απαιτήσεις» και η οκνηρία των φτωχών, η «κακή ανατροφή των παιδιών» και η σχέση της με τους εγκληματίες, κλπ.), θα πρέπει να αποδεχτούμε την παραδοχή ότι οι απότοκοι του στην πραγματικότητα έχουν δεσμευθεί με την μονοδιάστατη αντίληψη ενός καθολικού εχθρού. Η πιο μοχθηρή και βαρυσήμαντη ιδεοληψία που εκκολάφθηκε ως επακόλουθο των κοινωνικών ψευδαισθήσεων μέσα στου κόλπους της κοινωνίας είναι πιθανώς ο αντι-σημιτισμός ο οποίος μεσουράνησε κατά την διάρκεια της μαζικής εξόντωσης των Εβραίων στην ναζιστική Γερμανία.
            Το αντίρροπο της ανορθολογικής αναζήτησης των ενόχων, είναι μια χειραφετητική κοινωνική κριτική που δεν θα στοχεύει σε ιδιαίτερες ομάδες ατόμων αλλά θα θέλει να μετατρέψει τις κυρίαρχες δομές της κοινωνικής αναπαραγωγής και των κοινωνικών σχέσεων. Και αδιαμφισβήτητα η μαρξική θεωρία εξακολουθεί δυνητικά να είναι η πιο γόνιμη ως αποτέλεσμα αυτής της κριτικής. Είναι αληθές ό,τι οι ιδέες του εργατικού κινήματος (οι οποίες προσέγγισαν τα δικά τους όρια εν τω μεταξύ) στον βαθμό που οι κοινωνικές αντιφάσεις οφείλονταν σε κάποιο είδος «βούλησης για εκμετάλλευση», προσωποποίησαν στον πυρήνα τους την βούληση αυτή απονέμοντας την στους «ιδιώτες ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής» από το να την αποδώσουν στους τυφλούς νόμους και τις δυνάμεις του νεωτεριστικού εμπορευματικού παραγωγικού συστήματος. Κατά ειρωνικό τρόπο, αυτή η περιορισμένη θεωρητική προσέγγιση που μπορεί να εντοπιστεί ως η φιλελεύθερη κληρονομιά του εργατικού Μαρξιστικού κινήματος είναι η απόλυτη ιδέα πως όλα τα προβλήματα που εμφανίζονται απλώς οφείλονται αποκλειστικά στις προθέσεις βούλησης (κίνητρα). Εν τούτοις, η θεωρία του Μαρξ παρέχει σε μεγάλο βαθμό μια περιεκτική προσέγγιση στην «κριτική του συστήματος» που είναι πραγματικά αντάξια του χαρακτηρισμού της (ως κριτική) χωρίς να συγχέει την δομική συστημική κρίση με τον «αρρωστημένο νου» προσώπων ή κοινωνικών ομάδων.
            Μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τη θριαμβευτική επικράτηση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, η κοινωνική κριτική δεν αναπτύχθηκε προς αυτή την κατεύθυνση περαιτέρω αλλά σχεδόν σιώπησε. Το κοινωνικό σύστημα και οι δομές του έγιναν περισσότερο ταμπού (μυστικοποιήθηκαν) όσο ποτέ άλλοτε. Αμέσως μόλις τα επικυρίαρχα σχήματα των κοινωνικών σχέσεων δεν μπορούσαν πλέον να υπόκεινται σε κριτική ενόσω τα κοινωνικά προβλήματα επιδεινώνονταν οι θεωρίες συνωμοσίας βρήκαν ελεύθερο πεδίο δράσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία 20 χρόνια και παράλληλα με την υποχώρηση του μαρξισμού, οι αντισημιτικές και ρατσιστικές ιδεολογίες είναι σε άνοδο και πάλι, επιθυμώντας να εξηγήσουν τη μιζέρια του κόσμου με διάφορες προσωποποιήσεις του κακού.
            Ακόμα και στις δημοκρατικές κοινωνίες, οι κεντρώοι πολιτικοί ψάχνουν ξεδιάντροπα για «αποδιοπομπαίους τράγους». Στη Γερμανία ένα βιβλίο με τον τίτλο "Nieten in Nadelstreifen" (Άχρηστοι, Ντυμένοι με Ριγέ Κοστούμια) γραμμένο από τον δημοσιογράφο οικονομικών θεμάτων (για επιχειρήσεις) Γκίντερ Όγγερ, το οποίο κατέστη ευπώλητο (μπεστ-σέλερ), στιγμάτιζε όλα τα διευθυντικά στελέχη της Γερμανίας ως αποτυχημένους ανακηρύσσοντας τους (με αιτία τη συλλογική ανικανότητα τους) ως την κύρια πηγή της αυξανόμενης κοινωνικό-οικονομικής καταστροφής. Οι σημερινοί σωτήρες και ήρωες είναι μονάχα οι αυριανοί ηττημένοι και κατηγορούμενοι. Ορισμένα μέσα ενημέρωσης δημοσιεύουν ακόμη και λίστες με τους «νικητές και τους χαμένους της εβδομάδας» στην πολιτική, στην επιχειρηματικότητα, στον αθλητισμό και την σόουμπιζ. Το καρουζέλ προσωπικοτήτων περιστρέφεται ακατάπαυστα με αυξανόμενο ρυθμό: οι κρίσεις, οι καταρρεύσεις και οι χρεοκοπίες τρέχουν πιο γρήγορα από τον χρόνο και πάντα αποδίδονται σε προσωπικό επίπεδο σε όσους πρέπει να πάρουν το καπελάκι τους και να εγκαταλείψουν ούτως ώστε να αντικατασταθούν από άλλους που δεν μπορούν εξίσου να κάνουν καλά την δουλειά.
            Θυσιάζοντας τα πιόνια ή τις βασίλισσες αδυνατείς να κατευνάσεις την ζοφερή αίσθηση μίας αφηρημένης παγκόσμιας απειλής. Επιδιώκοντας δε, κάποιου είδους έκφραση του συναισθήματος συνεχίζεις να γεννάς φαντάσματα. Οι δυτικές κοινωνίες, που οι ίδιες δεν είναι πλέον σε θέση να εξετάσουν κριτικά την δομή τους, αναπαράγουν ανώνυμα μυθικά Στοιχειά που συμβολίζουν το άυλο «Κακό» στην θέση αυτής της δομής.
            Ένα από αυτά τα μυθικά στοιχειά του αρνητισμού είναι και ο τρομοκράτης. Όσο πιο μυστηριώδεις και αυθαίρετες φαίνονται να είναι οι βομβιστικές επιθέσεις των ευρισκόμενων σε σύγχυση και απελπισία μαχητών της Τζιχάντ ή των συμμοριών της Μαφίας, τόσο περισσότερο αντιστοιχούν στην τυφλή και χωρίς υποκείμενο «τρομοκρατία της οικονομίας». Εδώ και καιρό τα όρια ανάμεσα στις τρομοκρατικές ομάδες, την κρατική εξουσία και τις μυστικές υπηρεσίες έχουν γίνει ασαφή. Η δημοκρατική κοινωνία βλέπει το είδωλο του τρομοκράτη όταν κοιτάζεται στον καθρέφτη. Είναι ακριβώς ό, τι χαρακτηρίζει την σκιερή και αμφίβολη φυσιογνωμία της τρομοκρατίας που εξωτερικεύει το μόνιμο «Κακό» μέσα στο πλαίσιο της «κοινωνίας των έντιμων αστών» ως έναν αφηρημένο εχθρό.
             Ο μηχανισμός της προβολής λειτουργεί ως καθρέφτης αναστροφής: Καθώς ο τρομοκράτης ιδεολογικά προσανατολισμένος εστιάζει στο απόλυτο κακό του καπιταλισμού ενατενίζοντας πάνω στην διευθυντική ελίτ που νομίζει ότι το ενσαρκώνει, ο δημοκρατικός πολιτικός θα εξηγήσει αντιστρόφως την κοινωνική ανασφάλεια ως «αποτέλεσμα της απειλής από τους τρομοκράτες». Και οι δύο πλευρές, οι τρομοκράτες και οι υπηρεσίες ασφάλειας, χρησιμοποιούν τη μέθοδο του «ανθρωποκυνηγητού» ώστε να παρουσιάσουν περήφανα τα πτώματα των θυμάτων τους ως τρόπαια μπροστά στην κοινή γνώμη σκηνοθετώντας «τον τρόμο της αρετής» (Ροβεσπιέρος).(1) Στο μεταξύ, η ύπαρξη των τρομοκρατών, είτε πραγματική, είτε απλά μια φαντασμαγορία, έγινε η νομιμοποιητική προϋπόθεση για την επιβολή της οικονομικής δημοκρατίας των ελεύθερων αγορών σε όλο τον πλανήτη.  
Μόλλυ Κρέημπαπλ, Η Σπουδαία Αμερικάνικη Μηχανή Φούσκας, 2011
      Αρκετά παρόμοια είναι η περίπτωση που αφορά το μύθο του κερδοσκόπου, που ξεκίνησε να ανθίζει στην δεκαετία του '90 συγχρόνως με την έκρηξη της παγκόσμιας οικονομικής φούσκας. Όπως είναι γνωστό, η θολή αναταραχή που προκλήθηκε ενάντια στα κερδοσκοπικά κέρδη δεν απέχει πολύ από τον Αντι-σημιτισμό, διότι ο τελευταίος ταυτίζει τους Εβραίους με τις αρνητικές πτυχές του χρήματος. Με τον Τζορτζ Σόρος (2) δόθηκε στον μύθο μία χροιά πιο προσωπική που την ίδια στιγμή όμως συνοψίζει την ανώνυμη απειλή στο αόριστο σύνολο των κερδοσκόπων: Η καπιταλιστική κοινωνία της εργασίας αρχίζει σιγά-σιγά να προαισθάνεται ότι βρίσκεται χωρίς χειροπιαστό αντικείμενο και προβάλλει το πρόβλημα σ' ένα προσωποποιημένο Κακό που τάχα μου προετοιμάζεται να εξολοθρεύσει την έντιμη εργασία. Όσο πιο σαφές καθίσταται ότι το σύστημα εργασίας αυτοκαταργείται - με την εποχή της κερδοσκοπίας να αναδύεται ως απλή συνέπεια της κατάργησης αυτής - τόσο πιο απόλυτη γίνεται η ανάγκη για ένα μυθικό υποκείμενο που φαινομενικά φέρει την ευθύνη. Αυτή η ανορθολογική εξήγηση που ωριμάζει στις συνειδήσεις των ανθρώπων ενώ ποντάρουν και το τελευταίο τους φράγκο στην αγορά μετοχών, στην πραγματικότητα είναι η προϋπόθεση για την ενσάρκωση αυτής της προβολής. Μετά το κραχ στις τεχνολογικές χρηματαγορές τα μέσα ενημέρωσης ήταν πρόθυμα να ανακηρύξουν τους εξαπατημένους μικροεπενδυτές θύματα των μοχθηρών χρηματοοικονομικών συμφερόντων που κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο.(3)
             Κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών κι' ενώ η κρίση εντεινόταν μία άλλη παράλογη προβολή κερδίζει έδαφος μαζί με τον τρομοκράτη και τον κερδοσκόπο: ο παιδεραστής είναι η πιο πρόσφατη ενσάρκωση του Απόλυτου Κακού. Καμιά μαγική επίκληση του Σατανά δεν μπορεί να γίνει χωρίς την σεξουαλική της συνιστώσα. Έτσι παράλληλα με την υποτιθέμενη «κακομεταχείριση της κοινωνικής πρόνοιας» από τους (κατά προτίμηση ξένους) χαραμοφάηδες,  η σεξουαλική κακοποίηση έγινε ένα δημοφιλές ζήτημα. Με δυσκολία κάποιος θα βρει έναν ψυχοθεραπευτή ο οποίος δεν θα μπορέσει να πείσει τους πελάτες του ότι υπήρξαν αντικείμενα σεξουαλικής κακοποίησης κατά την παιδική ηλικία. Έως τώρα ο προσδιορισμός του «Κακού θείου» παραμένει απροσδιόριστος, αλλά στέκεται αδύνατο να παραλείψεις την εγγύτητα του με τον αντισημιτισμό. Δεδομένου ότι οι Ναζί ισχυρίζονταν ότι οι Εβραίοι είχαν μετατρέψει τους ανθρώπους σε εμπορεύματα την ίδια στιγμή που τους περιέγραφαν ως Σάτυρους (4) που κυνηγούσαν τα αθώα κορίτσια κι' αγόρια των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων.
             Για άλλη μια φορά η επίσημη κοινωνία εξωτερικεύει και προσωποποιεί μια δομική της πλευρά (υπονοεί την αρρενωπή εκδήλωση βίας) ως σύμβολο του Κακού. Οι πιο πολλές περιπτώσεις παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης συνήθως συμβαίνουν στην οικεία ατμόσφαιρα της «θαλπωρής» του οικογενειακού κύκλου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ντιτρού, ο Βέλγος φονέας παιδιών έφερνε τα θύματα του στους πιο εξέχοντες κοινωνικούς κύκλους ως αντικείμενα που ικανοποιούσαν τις ακόλαστες επιθυμίες τους. Ούτως ή άλλως η καπιταλιστική κοινωνία είναι εχθρική προς τα παιδιά. Συγχρόνως αυτή η μορφή κοινωνίας παραμένει στον πυρήνα της πολέμια της ηδονής και του πόθου. Το σύνθημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης του 1968,(5) του οποίου οι πρωταγωνιστές δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν τα επικυρίαρχα κοινωνικά σχήματα, έχει οδηγήσει μονάχα σε μια αφηρημένη σεξουαλικοποίηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της διαφήμισης, κι’ ενώ η πραγματική σεξουαλική ζωή των ανθρώπων-καταναλωτών εμπορευμάτων είναι τόσο μίζερη όσο δεν ήταν ποτέ άλλοτε.
           Τα σεξουαλικά εγκλήματα γίνονται ακόμα πιο ειδεχθή και αποτρόπαια όταν η εκδήλωση τους προβάλλεται ως κάποιος παράλογος συμβολισμός των κοινωνικών αντιθέσεων. Κάθε ποικιλομορφία των πραγματικών φαινομένων ισοπεδώνεται προκειμένου να ξυπνήσουν οι δαίμονες των διωγμών (πογκρόμ). Στον κοινωνικό και πολιτισμικό δημόσιο διάλογο  της δεκαετίας του '70, η ερωτική έξαψη όπως περιγράφεται στην λογοτεχνία από συγγραφείς όπως ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ στο μυθιστόρημά του «Λολίτα» (6) ή ο Τόμας Μαν στο  «Θάνατος στη Βενετία» (7) ήταν αποδεκτή σαν μια παραλλαγή μέσα στο φάσμα της σεξουαλικής συμπεριφοράς όπως αυτή τη συναντάμε σε πολλούς πολιτισμούς - με την προϋπόθεση ότι συμβαίνει μέσα στα πλαίσια της τρυφερότητας και της αγάπης και με την απουσία οποιασδήποτε βίαιης έκφανσης. Επί των ημερών μας η προβολή του λαϊκού υγιούς αισθήματος και της κοινής λογικής από τα μέσα ενημέρωσης εξισώνει αυτή την πλευρά του ερωτισμού με την παιδική πορνεία, με τους βιασμούς και τις δολοφονίες μικρών παιδιών από τους δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων.
        Το έννομο κίνητρο για την αποκήρυξη και την καταπολέμηση της αντρικής βίας εναντίον των γυναικών και των παιδιών, ένα πρόβλημα που επιδεινώνεται διαρκώς μέσα σ' ένα κόσμο που κλυδωνίζεται από αλλεπάλληλες κρίσεις, στρέφεται ενάντια και μετασχηματίζεται ως εργαλείο που δαιμονοποιεί το φαινόμενο αντί να το επικρίνει και γι' αυτό φράζει τον δρόμο της αποκάλυψης των αιτιών. Ακόμα και τα ίδια τα παιδιά στιγματίζονται ως «παιδεραστές» από την προβολική μανία επίρριψης των ευθυνών: στις ΗΠΑ ένας δεκαοκτάχρονος νεαρός που κλέφτηκε με το δεκατετράχρονο κορίτσι του προσήχθη ενώπιον του ανακριτή με χειροπέδες ενώ το ίδιο συνέβη και σ' ένα εντεκάχρονο αγόρι όταν ένας στενά συνδεδεμένος γείτονας το είδε να παίζει με την πεντάχρονη ετεροθαλή αδελφή του το άκακο παιχνίδι του γιατρού
           Οι επινοημένες μυθολογικές φιγούρες του απόλυτου Κακού χρησιμοποιούνται στην αποφόρτιση της αρνητικής ενέργειας που προκαλεί η κοινωνική κρίση με αποτέλεσμα αυτή η ανορθολογική διαδικασία να απομακρύνει ρητά την κοινωνική χειραφέτηση. Ο τρομοκράτης, ο κερδοσκόπος και ο παιδεραστής έχουν κοινό παρονομαστή ότι δρουν από το σκοτάδι - ακριβώς όπως κάνουν και οι ανώνυμες δυνάμεις του οικονομικού ανταγωνισμού. Μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε ή κανένας από εμάς. Στο φιλμ του Φριτς Λανγκ που γυρίστηκε το '30 με τίτλο  «Μ - Μια πόλη που ψάχνει για ένα δολοφόνο» (M- eine Stadt jagt einen Mörder), η πλοκή του - καθώς εκτυλίσσεται στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου με κοινωνικό υπόβαθρο την αναταραχή του παγκόσμιου οικονομικού κραχ του '29 - αποσαφηνίζει με ιδιαίτερα απαισιόδοξο τρόπο πως το κυνήγι ενός αταυτοποίητου σεξουαλικά διεστραμμένου εγκληματία συγχέεται μέσα σ' ένα μαζικό κοινωνικό ψυχολογικό σύνδρομο συνεπιφέροντας μία ατμόσφαιρα καχυποψίας, αόριστων καταγγελιών και τυφλής βίας: Η κοινωνία παρουσιάζει ένα αποκρουστικό πρόσωπο που δεν είναι λιγότερο τρομακτικό από εκείνο του ίδιου του δολοφόνου.
            Στην παρούσα παγκόσμια κρίση το ίδιο ακριβώς σύνδρομο κάνει αισθητή τη παρουσία του σε τεράστια κλίμακα λόγω της ευρείας εξάπλωσης των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας. Οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης λειτουργούν με έναν αυξανόμενο υστερικό λαϊκισμό που εσχάτως πυροδοτεί την αυτοδικία και το λιντσάρισμα. 'Οπως συνέβη στην Αγγλία(9) όταν οι κίτρινες φυλλάδες (ταμπλόιντ) δημοσίευσαν τα ονόματα και τις διευθύνσεις των υποτιθέμενων παιδεραστών ένας μαινόμενος όχλος οδήγησε ορισμένους από αυτούς στην αυτοκτονία και ρήμαξε το ιατρείο ενός παιδιάτρου από την αδυναμία του να διαχωρίσει τους όρους της παιδοφιλίας και της παιδιατρικής (μια ευρεία υπόδειξη για την ποιότητα του βρετανικού εκπαιδευτικού συστήματος). Τέτοια περιστατικά απεικονίζουν σε ποιο βαθμό έχει φτάσει η κοινωνική παράνοια. Μια κοινωνία που δεν ενδιαφέρεται πλέον να κατανοήσει τα δικά της μυστικά είναι καταδικασμένη να οργανώνει αέναο κυνήγι μαγισσών. 

Τζέημς Τισσό, Ο Αποδιοπομπαίος Τράγος, 1886-94
(1) Ο Μαξιμιλιανός Φραγκίσκος Μαρία ΙσίδωροςΡοβεσπιέρος (Maximilien François Marie Isidore de Robespierre) (1758 - 1794) ήταν Γάλλος πολιτικός, δεσπόζουσα μορφή της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Υποστήριζε ότι η Δημοκρατία θα μπορούσε να σωθεί μόνο με την αρετή των πολιτών της, και ότι ο τρόμος ήταν ενάρετος, επειδή προσπαθούσε να διατηρήσει την Επανάσταση: Ο τρόμος δεν είναι τίποτα περισσότερο από την ταχεία, αυστηρή και άκαμπτη δικαιοσύνη. Επομένως είναι απόρροια της αρετής. Δεν στοιχειοθετεί από μόνος του μία αρχή, αλλά είναι συνέπεια της γενικής αρχής της δημοκρατίας, που εφαρμόζεται για τις πιο επείγουσες ανάγκες της πατρίδας.
(2) Ο Τζορτζ Σόρος, είναι Εβραίος Ούγγρο-Αμερικανός κερδοσκόπος, επενδυτής, επιχειρηματίας και διασημότητα-σταρ του επενδυτικού κλάδου. Είναι ο πρόεδρος του ομώνυμου επενδυτικού οργανισμού και του Ινστιτούτου Ανοιχτής Κοινωνίας, πρώην μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων.
(3) Σ.τ.μ. Ο Κούρτσζ αναφέρεται στην χρηματιστηριακή κρίση του 2001 που επονομάστηκε dot-com bubble και αφορούσε τις εταιρίες πληροφορικής τεχνολογίας. Κατά την περίοδο από το 1995 έως το 2001 τα χρηματιστήρια στις βιομηχανικές χώρες είδαν την αξία των ιδίων κεφαλαίων τους να αυξάνεται ραγδαία από την ανάπτυξη στον εμπορικό τομέα του Διαδικτύου και στους τομείς που ήταν συναφείς χωρίς όμως η αξία αυτών των κεφαλαίων να ανταποκρίνεται στην πραγματική αξία όλων των εταιρειών πληροφορικής.
(4) Σ.τ.μ. Ο Κουρτσζ είναι ακόμα πιο γλαφυρός στο κείμενο του αποδίδοντας τον χαρακτηρισμό της περιγραφής των Ναζί ως καυλιάρηδες δαίμονες στο γερμανικό πρωτότυπο.
(5) Σ.τ.μ. Οι φοιτητές στον γαλλικό Μάη το έθεταν ως άγραφο αίτημα ενάντια στον πουριτανισμό και την παρωχημένη ηθικολογία των προηγούμενων γενιών.
(6) Η Λολίτα είναι ένα πασίγνωστο λογοτεχνικό έργο της δεκαετίας του '50 στο οποίο ο μεσήλικας αφηγητής και πρωταγωνιστής εξιστορεί τον πόθο του για την δωδεκάχρονη κόρη της σπιτονοικοκυράς του.
(7) Ο Θάνατος Στην Βενετία είναι επίσης ένα πασίγνωστο λογοτεχνικό έργο του 1912 όπου πρωταγωνιστής είναι ένας διάσημος συγγραφέας που πάσχει από έλλειψη λογοτεχνικής έμπνευσης (λογοτεχνικός φραγμός) και την ξεπερνάει όταν επισκέπτεται την Βενετία και συναντάει έναν πανέμορφο έφηβο αναπτύσσοντας ένα πλατωνικό ειδύλλιο μαζί του. Το μυθιστόρημα έχει μεταφερθεί και στο κινηματογράφο το 1971 από τον Λουκίνο Βισκόντι.
(9) Η επιστημονική αναφορά των Ιαν Μαρς και Γκέυνορ Μέλβιλ (καθηγητές κοινωνικών επιστημών και εγκληματολογίας - ποινικού δικαίου αντίστοιχα του πανεπιστημίου Χόουπ του Λίβερπουλ) με επικεφαλίδα “Ο Ηθικός Πανικός και τα Βρετανικά Μίντια - Μια Ματιά σε Ορισμένους Σύγχρονους «Λαϊκούς Διαβόλους»” που δημοσιεύτηκε στη Διαδικτυακή Επιθεώρηση για την Εγκληματολογία είναι αρκούντως διαφωτιστική για τους ισχυρισμούς του Κούρτσζ επάνω στην παιδεραστία. Επίσης το διαδίκτυο βρίθει από δημοσιεύσεις (εκείνης της περιόδου2001-2004) βρετανικών ηλεκτρονικών μίντια επάνω στο θέμα. Ενδεικτικά από το BBC έως την Guardian.

Σάββατο 2 Ιουνίου 2012

Αυτή δεν είναι μία οικονομία! (υπάρχει ζωή μετά το € ;)


          Παρακολουθώ τις τελευταίες μέρες την προεκλογική συζήτηση των κοινοβουλευτικών φορέων και θαρρώ ότι το αίσθημα θυμού που μου αναδύεται έχει καταντήσει μονότονο πλέον. Οι όροι διεξαγωγής του διαλόγου και οι τρόποι τοποθέτησης των ζητημάτων (από τα κόμματα που δεσπόζουν στο προσκήνιο του κοινοβουλευτικού συρφετού) είναι όχι απλώς για απροσμέτρητη φορά προσχηματικοί, υποκριτικοί και γελοίοι, αλλά και πάρα πολύ επικινδυνοί. Οι πεφωτισμένοι μονομάχοι θέτουν τα διλήμματα αποκλειστικά βασισμένοι στην προσδοκία της κατάκτησης του επάθλου που λέγεται αστική εξουσία, έτσι ακριβώς όπως είναι προκαθορισμένο να γίνεται μέσα στη φιλελεύθερη ολιγαρχία. Σαφώς τους διαφεύγει το γεγονός ότι τα διλήμματα σε μία αυθεντική δημοκρατία κανονικά θα τα έβαζε αυτός που κάνει το κουμάντο δηλαδή ό ίδιος ο δήμος αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες για τους εκάστοτε εξουσιαστές. Έτσι λοιπόν θέτοντας το δίλημμα "μνημόνιο ή αντιμνημόνιο", "ευρώ ή δραχμή" ή οποιαδήποτε άλλη μαλακία τους είναι βολική, η αβάσταχτη πραγματικότητα για πολλοστή φορά συντριπτικά τους ξεπερνάει αμφότερους: φτωχούς εμπνευστές (διλημμάτων) και ηλίθιους ακολούθους.
         Από την μία πλευρά ό,τι εμφανίζεται ως υπεύθυνη πολιτική στάση είναι μια ακατάσχετη εσχατολογική τρομοκρατία για νομισματική απέλαση η οποία θα πάψει μόνο όταν οι φερέγγυοι ευρωπαϊστές επανεκλεγούν στις θέσεις τους και επανεκκινήσουν την διαδικασία διαπραγμάτευσης διασφαλίζοντας την πορεία μας μέσα στο υπέρτατο κέρμα που λέγεται κι' ευρώ. Η κεντροδεξιά του Μεσσήνιου αρχοντοχωριάτη επιμένει στην συνταγή για ανάπτυξη μνημονιακού τύπου κι' ας χρωστάμε μέχρι και τα νύχια μας (1) προτείνοντας παράταση δύο-τριών ετών για την δημοσιονομική προσαρμογή ώστε να επιστρέψει το άφαντο πρωτογενές πλεόνασμα. Οι πολλά υποσχόμενοι ροζ αδαείς θα καταγγείλουν αυτό το κατάπτυστο έκτρωμα (λες και είναι αυτός ο κυριότερος λόγος για το χάλι μας) και απαξιώνουν αυτούς που κινδυνολογούν για την παρά του αντιθέτου έξοδο μας από τα ευρώ γιατί θεωρούν αφενός μεν πως η ένταξη μας είναι νομικά κατοχυρωμένη και αφετέρου δε η αποβολή μας θα είναι καταστροφική για το παρανοϊκό επινόημα της ευρωζώνης καθώς θα λειτουργήσει ως ευρωπαϊκός δημοσιονομικός πυροκροτητής για τα απόκληρα γουρούνια του νότου-PIGS (2). Και οι δύο φαντασιοκοπούν ότι θα βρουν στο πλευρό τους την ανύπαρκτη αλλαγή του πολιτικού κλίματος (3) στην Ευρώπη.
         Οι γηραιότεροι ίσως θυμούνται πως η Ψωροκώσταινα είχε ενταχθεί στην γη της επαγγελίας. Οι εκσυγχρονιστές ταχυδακτυλουργοί του ΜΠΑΤΣΟΚ είχαν ενορχηστρώσει μία εκθαμβωτική προπαγάνδα για τα πλεονεκτήματα του νέου νομίσματος και ισχυρίζονταν ότι η Ελλάδα αποκτά ισχυρό εθνικό νόμισμα έναντι της ασθενούς δραχμής, ότι θα απολαμβάνουμε χαμηλά επιτόκια που θα σπρώξουν την χρηματοδότηση της παραγωγής και σαν κερασάκι θα έχουμε και χαμηλό πληθωρισμό. Και όντως έτσι συνέβη μονάχα που αυτή ήταν η μισή αλήθεια. Η άλλη
μισή ανέβασε τις τιμές των αγαθών στον όλο και πιο απλησίαστο ευρωπαϊκό μέσο όρο κατεβάζοντας τους μισθούς κάτω από την βάση του μέσου ευρωπαϊκού μισθού για να μην  αποδράσει ο πληθωρισμός. Η δε αξία του νομίσματος εκμηδένισε την όποια ανταγωνιστικότητα της όποιας εγχώριας παραγωγής και φυσικά ο δημόσιος δανεισμός εκτινάχθηκε ακολουθώντας τον σίγουρο δρόμο της πίστωσης. Εκείνον δηλαδή που ακολουθεί κάθε κεφάλαιο από την λήξη της φορντικής  περιόδου από την δεκαετία του 70 κι' έπειτα γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να αξιοποιηθεί περαιτέρω.(4) Είναι εξόφθαλμο ότι με τα ψέματα μπήκαμε στο € και πάλι με τα ψέματα θα βγούμε.
         Πως θα είναι η ζωή μας έξω από το κέρμα δυνάστη; Σίγουρα όχι καλύτερη απ' ότι μέσα σ' αυτό. Η αδύναμη θέση μιας οικονομίας όπως η Ελληνική την καθιστά πολύ πιο εύθραυστη μέσα στον παγκόσμιο ολοκληρωτισμό της ελεύθερης αγοράς, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη την συνεχή απο-αξιοποίηση της εργασιακής δύναμης έτσι όπως αυτή θεσμοποιείται πλέον στον 21ο αιώνα.(5) Εν τούτοις οι ορθό-μαρξιστές οικονομολόγοι είναι σαφείς: το πρόβλημα αφορά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας που θα πρέπει να υποστεί αναδιαμόρφωση ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν. Τώρα εάν αυτό το συναρτήσουμε και με τις οικονομίες που θεωρούνται ακαταμάχητα ανταγωνιστικές (6) στην παγκόσμια αγορά μπορούμε ίσως να προβλέψουμε ότι η δική μας ανταγωνιστικότητα θα προέλθει μόνο μέσα από την έλξη επενδύσεων σε τομείς της παραγωγής που δεν μπορούν να καταστούν κερδοφόροι μέσα από την αυτοματοποίηση της και λογικά θα μεταφερθούν και σε χώρες όπως η δική μας που θα έχει φτηνό νόμισμα και θα συνεπάγεται φθηνούς μισθούς(7) αυξάνοντας κι' άλλο την εισοδηματική ανισοκατανομή των κατοίκων. Μερικοί Ορθό-Μαρξιστές κοιτάζουν επίμονα προς την Αργεντινή και στους ρυθμούς ανάπτυξης που αυτή υφίσταται τα τελευταία τρία χρόνια παραβλέποντας το γεγονός ότι οι αριστερές πολιτικές που εφαρμόστηκαν δεν μπόρεσαν να εξαλείψουν ούτε το φαινόμενο της εισοδηματικής ανισότητας ανάμεσα στους κατοίκους της ούτε τους ανθρώπους που έγιναν περιττοί και τριγυρνάν σαν τις άδικες κατάρες στα χωριουδάκια εξαθλίωσης του Μπουένος Άιρες, της Κόρντομπα, της Μεντόθα και άλλων μεγαλουπόλεων.
         Επομένως και με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες το να ξαναμιλάμε για καιροσκοπισμό του πολιτικού προσωπικού δεν είναι μόνο πασιφανές αλλά και εκκωφαντικά κοινότοπο. Το να μιλάμε όμως για ανεγκέφαλη οπισθοδρομική ρητορεία είναι χρέος όσων θεωρούν ότι έχουν ακόμα μια αμυδρή συναίσθηση της πραγματικότητας. Και εντάξει από τα μπλε ζόμπι της μεταπολίτευσης δεν περιμέναμε τίποτα περισσότερο αφού χρόνια και χρόνια τώρα μας ταΐζουν τις ίδιες μαλακίες ωστόσο από την Αριστερά θα περίμενε κάποιος καλοπροαίρετος μια πιο υπεύθυνη στάση από την μπλόφα. Αλλά τι να περιμένεις από κοινωνίες θεατών; Αφού όλοι είναι παιδαγωγημένοι στην κουλτούρα των εντυπώσεων τότε και η πολιτική υποστασιοποιείται στον κοινό νου αποκλειστικά ως εντύπωση(8). Με τις εντυπώσεις κάνουμε τα ψώνια μας στα σούπερ μάρκετ και στα μωλ, με τις εντυπώσεις διαλέγουμε διαμερισματάκια και μεζονετούλες στα εργολαβικά εκτρώματα, με την εντύπωση μένουμε ότι το μεταναστευτικό λύνεται με πογκρόμ από τις εθνικιστικές καθαριστριούλες (εκείνες που τα συνεργία τους ανέλαβαν με παρακρατική εργολαβία να ξεβρωμίσουνε τον τόπο) και με τις εντυπώσεις πάμε και ρίχνουμε την ψήφο μας καταναλώνοντας την πολιτική στάση που υποτίθεται ότι επικροτούμε. Αλλά η οικονομική εξαθλίωση της καθημερινότητας που φέρνει η φτώχεια δεν είναι καθόλου μία εντύπωση και πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι ήρθε για να μείνει ως μόνιμο βίωμα.

         
Χωριό εξαθλίωσης στο Μπουένος Άιρες
(1) Το δημόσιο χρέος στο τέλος του 2011 αντιστοιχεί στα 355,6 δισ. ευρώ
(2) PIGS Ακρωνύμιο που τα αρχικά του αντιστοιχούν στις χώρες του Ευρωπαϊκού νότου που αντιμετωπίζουν πρόβλημα δημοσιονομικού χρέους.
(3) Είναι ξεκάθαρο σχεδόν σε όλες τις δηλώσεις των Ευρωπαίων αξιοματούχων αλλά και στις περίφημες δηλώσεις της νέας Μαριας Αντουανέττας Κριστίν Λαγκάρντ ότι ο μόνος δρόμος για την Ελλάδα είναι αυτός της αυστηρής λιτότητας.
(4) Βλέπε «Κλυδωνισμοί στην παγκόσμια αγορά: για τις βαθύτερες αιτίες της παρούσας χρηματοπιστωτικής κρίσης» του Νόρμπερτ Τρένκλε.
(5) Βλέπε το 11ο κεφάλαιο "Η κρίση της εργασίας" από το  «Μανιφέστο ενάντια στην εργασία» GRUPPE KRISIS
(6) Η Κίνα, Ινδία, Ρωσία, Βραζιλία
(7) Ξαναβλέπε «Κλυδωνισμοί στην παγκόσμια αγορά: για τις βαθύτερες αιτίες της παρούσας χρηματοπιστωτικής κρίσης» του Νόρμπερτ Τρένκλε
(8) "Το θέαμα εμφανίζεται σαν μία τεράστια, αδιαμφισβήτητη και απρόσιτη θετικότητα. Δε λέει τίποτα περισσότερο από: «ό,τι φαίνεται είναι καλό, ό,τι είναι καλό φαίνεται». Η  στάση που αξιωματικά απαιτεί είναι αυτή η παθητική αποδοχή την οποία έχει ήδη εξασφαλίσει με τον τρόπο που εμφανίζεται χωρίς να επιδέχεται αντίρρηση, με το μονοπώλιο του της φαινομενικότητας»  ΓΚΥ ΝΤΕΜΠΟΡ  Θέση 12 από την "Κοινωνία του θεάματος"  Εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος